Συνέντευξη στη Μαρία Ξυπολοπούλου του Art22 | Foitou
logo-mini
Συνέντευξη στη Μαρία Ξυπολοπούλου του Art22

Συνέντευξη στη Μαρία Ξυπολοπούλου του Art22

Share

Συνέντευξη στη Μαρία Ξυπολοπούλου του Art22

Συνέντευξη στη Μαρία Ξυπολοπούλου από το Art22, με αφορμή την performance “Break in…

Χριστίνα Φοίτου: Συνέχισα δειλά, να επιβιώνω με την ελπίδα να ξαναχτίσω μια νέα ζωή… 08/01/2016Η μεταφορά της εργαστηριακής αλήθειας στη σκηνή, ήταν το βασικό μέλημα της Χριστίνας Φοίτου, στην live performance που παρουσίασε στη γκαλερί Περί Τεχνών την προπαραμονή των Χριστουγέννων. Η κίνηση πάνω στη ζωγραφική επιφάνεια απασχολεί την καλλιτέχνιδα τα τελευταία χρόνια και για την επιλογή της αυτή μιλήσαμε μαζί της μετά την ολοκλήρωση της performance.

Θα ήθελα να ξεκινήσουμε, με το πότε και πώς αποφασίσατε να ασχοληθείτε με την performance.
Πάντα ένιωθα μια τεράστια έλξη για τον χορό, τους χορευτές και την κίνηση σε όλες τις μορφές της. Η ενασχόλησή μου με την performance, όμως, άρχισε το καλοκαίρι του 2011, στο πλαίσιο μιας ομαδικής έκθεσης, που εξέθεταν μόνο γυναίκες, με τίτλο: «Εικόνες με φύλο». Όλα ξεκίνησαν όταν ο επιμελητής της έκθεσης αυτής (που του οφείλω πολλά) είχε έρθει στο εργαστήρι μου για να διαλέξει έργα και αντίκρισε γύρω του μερικά τεράστια σχέδια που έκανα τότε με μοντέλα χορεύτριες, φίλες μου καλές και συμμαθήτριές μου από το χορό, που έρχονταν στο εργαστήρι για ιδιωτικές και ανυποψίαστες στιγμές διάδρασης. Όταν του εξήγησα τον τρόπο με τον οποίο είχαν δημιουργηθεί τα σχέδια αυτά μου είπε: «Μα καλά, πώς είναι δυνατόν να μην έχεις σκεφτεί αυτό να το δείξεις στον κόσμο;» Με τη δική του προτροπή και στήριξη, λοιπόν, σχεδίασα και δόμησα την πρώτη μου performance, μαζί με τη συμβολή και συμμετοχή της πολύ καλής μου φίλης και δασκάλας σύγχρονου χορού, Ναταλίας Παρθενίου, και την παρουσιάσαμε στο χώρο της έκθεσης. Η performance είχε τεράστια απήχηση αφού μας ζητήθηκε να την παρουσιάσουμε ξανά άλλες δύο φορές στον ίδιο χώρο και στην ίδια έκθεση  https://vimeo.com/28261634

Γυρίζοντας πίσω, στην πρώτη σας performance, ποιες σκέψεις, δισταγμούς και συναισθήματα, σας φέρνει στο μυαλό;
Επιστρέφοντας σε εκείνη την επίσημη πρώτη δράση θυμάμαι συναισθήματα, σκέψεις και δισταγμούς να με κυριεύουν. Καταρχήν η ανασφάλεια ήταν μεγάλη. Προέκυπτε από την απόλυτη και άμεση έκθεσή μου στο κοινό, πήγαζε από το γεγονός ότι αυτό που έκανα στο εργαστήρι μου ήταν μόνο για εμένα και ήταν ένα μέσο, ένα εργαλείο για να δημιουργήσω τα τότε έργα μου. Δεν είχα φανταστεί ποτέ ότι θα μπορούσε αυτό να σταθεί ως αυτόνομο και αυτοτελές έργο.
Θεωρητικά γνώριζα αρκετά για την τέχνη αυτή, είχα παρακολουθήσει τη μεγάλη Μαρίνα Αμπράμοβιτς, από τότε που είχα την τύχη να τη δω από κοντά όταν ήμουν φοιτήτρια στην Μπιενάλε Βενετίας στο Balkan Baroque, αλλά αυτό φυσικά δεν με έκανε performer και ούτε είχα ποτέ κάποια σχετική κατάρτιση. Έτσι έγινα διστακτική. Έχοντας πάντα την πεποίθηση να κάνω πράγματα που γνωρίζω και να τολμώ βασιζόμενη στις γνώσεις μου, ανατράπηκαν πολλά για εμένα. Συνειδητοποίησα ότι δεν θα μπορούσα να δω και να ορίσω αυτό που έκανα ως performance. Το ονόμασαν οι άλλοι για μένα. Μέχρι να έρθει η στιγμή να παρουσιαστεί είχα πολύ άγχος, κυρίως γιατί εκείνοι οι άλλοι το ονόμασαν performance. Εγώ απλώς πήγα να κάνω αυτό που έκανα άνετα στο εργαστήριό μου! Όταν ήρθε η στιγμή και ξεκίνησε η δράση, όλα έγιναν τόσο φυσικά, ένιωθα τόσο πολύ να κολυμπώ μέσα στο στοιχείο μου, ένιωθα τόσο πολύ ο εαυτός μου μέσα εκεί… Απόλυτα δεμένη και τέλεια ενωμένη με το έργο μου, με όσα δημιουργούσα. Από εκεί και πέρα αντιλήφθηκα ότι έχω να πω πολλά χρησιμοποιώντας αυτό το μέσο και έτσι ακολούθησαν και άλλες performances που έγιναν αναπόσπαστο κομμάτι της δουλειάς μου.

Βασικά στοιχεία στις performances που επιτελείτε είναι το λευκό χαρτί που καλύπτει μια μεγάλη επιφάνεια και οι αρμονικές γεμάτες συναίσθημα κινήσεις του σώματος πάνω στο χρώμα. Μοιάζει το σώμα να παίρνει τη θέση του πινέλου και να αφήνει τα δικά του αποτυπώματα στη λευκή επιφάνεια. Ως ενεργή εικαστικός αλλά και performer θα ήθελα να μας μιλήσετε για το πέρασμα από τη μια μορφή τέχνης στην άλλη και πώς ως καλλιτέχνης βιώνετε τις εκφραστικές δυνατότητες που σας δίνει το κάθε μέσο.
Σε κάθε μου performance, η σύνθεση των βασικών στοιχείων είναι: η λευκή επιφάνεια, το κάρβουνο, το χρώμα, η κίνηση και η μουσική. Αυτά τα στοιχεία είναι τα απαραίτητα εκφραστικά μου μέσα, βρίσκονται σε άμεση σύνδεση μεταξύ τους και είναι, πλέον, κομμάτι-κομμάτι αναπόσπαστο μέρος της δουλειάς μου. Τα προηγούμενα χρόνια η performance ήταν το μέσο για να προσχεδιάσω τα έργα μου. Όλα τα σχέδια φυλάσσονταν και ολοκληρώνονταν ζωγραφικά στο εργαστήρι. Η πρώτη μου ατομική έκθεση ήταν όλη σχεδιασμένη στην performance που είχα κάνει στην Μπιενάλε Νέων Καλλιτεχνών Μεσογείου, στη Θεσσαλονίκη τον Οκτώβριο του 2011. Όλο το δωμάτιο 526 του Hotel Ariston, όπου πραγματοποιήθηκε η performance, μεταφέρθηκε μετά τη λήξη της στο εργαστήριό μου, τεμαχίστηκε ώστε να δουλευτεί αυτοτελώς και αποτέλεσε μία ολόκληρη ενότητα που εκτέθηκε στη γκαλερί Μυλωνογιάννη στα Χανιά, το καλοκαίρι του 2012 με τον τίτλο: «Δωμάτιο 526».
Τα τελευταία δύο χρόνια η performance αποτελεί το εργαλείο σχεδιασμού της εκάστοτε σύνθεσης αλλά και της τελικής της μορφής. Με όλο το σώμα, κρατώντας τα κάρβουνα στα χέρια μου και επιλέγοντας ένα χρώμα, ολοκληρώνω τα έργα μου αποδομώντας τα. Το στάδιο αυτό το ονομάζω αποδόμηση, είναι η στιγμή που ενέχει μεγάλο ρίσκο γιατί βασίζεται στην τυχαία αποτύπωση και γραφή, η οποία μπορεί και να το καταστρέψει. Είναι η στιγμή που ο παλμός του σώματος ορίζει την κατάσταση και το υποσυνείδητο αποφασίζει.

Στη γκαλερί Περί Τεχνών, είχαμε την ευκαιρία να παρακολουθήσουμε στις 23 Δεκεμβρίου μια performance που επιτελέστηκε με φόντο τα επιτοίχια έργα σας. Θα χαρακτήριζα ιδιαίτερα ενδιαφέρον το να βλέπει κάνεις μια performance να επιτελείται σε μια γκαλερί ανάμεσα στα έργα του καλλιτέχνη. Αλήθεια, τι πιστεύετε πως είναι αυτό που κρατάει τις σύγχρονες εκφραστικές μορφές όπως είναι και η performance, μακριά από αντίστοιχους εκθεσιακούς χώρους; Παρατηρείτε μια στροφή του ενδιαφέροντος τόσο του κοινού όσο και των ανθρώπων της τέχνης προς αυτή την καλλιτεχνική έκφραση;
Πιστεύω πως ο λόγος που αυτό το μέσο έκφρασης κρατιέται συνήθως μακριά από χώρους τέχνης στην Ελλάδα είναι ο φόβος και η επιφυλακτικότητα. Συχνά μία γκαλερί εκπροσωπεί το τέλειο, το λευκό, το αποστειρωμένο περιβάλλον, όπου τα άρτια έργα τέχνης εκτίθενται για να θαυμαστούν, να επικυρωθούν, να πουληθούν, να διαδοθούν. Μία performance συνήθως έρχεται για να σχολιάσει και να ανατρέψει. Έρχεται για να περάσει μηνύματα με ανορθόδοξο τρόπο. Μπορεί να λερώσει κυριολεκτικά και μεταφορικά. Επιπλέον, η performance είναι μια μορφή τέχνης όχι και τόσο διαδεδομένη στα ελληνικά τοπία. Αισθάνομαι πολύ τυχερή που η Όλγα Καρτέρη με εμπιστεύτηκε, μου πρότεινε και με άφησε εντελώς ελεύθερη στο να κάνω ό,τι θέλω μέσα στη γκαλερί. Επίσης το κοινό, παρόλο που δεν είναι συνηθισμένο και είναι κάπως επιφυλακτικό, παράλληλα είναι πολύ περίεργο και δεκτικό εν τέλει! Η δική μου εντύπωση είναι πως το κοινό είναι ώριμο και έτοιμο να παρακολουθήσει τέτοιου είδους εκφράσεις σε χώρους όπου δεν είθισται.

Η ζωντανή μουσική έρχεται να συνοδέψει και να δώσει μια νέα πνοή κατά τη διάρκεια της performance. Ποιος ο ρόλος της σύμφωνα με εσάς;
Η μουσική έχει έναν πολύ μεγάλο ρόλο στις performances που εγώ επιτελώ. Είναι το απαραίτητο πάντρεμα για να λειτουργήσει αρμονικά η όλη δράση. Εξασφαλίζει την απόλυτη διάδραση με το κινούμενο σώμα, γεννά την ένταση και προάγει την κινητικότητα της γραμμής και το άπλωμα του χρώματος. Πάντα φροντίζω να έχω live μουσική. Ψάχνω μόνο για ταλαντούχους μουσικούς, ικανούς στο να αυτοσχεδιάζουν και να συνδιαλέγονται με ό,τι συμβαίνει εκείνη τη στιγμή.
Και όταν κατ’ επιλογή δεν υπάρχει ζωντανή μουσική, πάλι έχει υπάρξει ιδιαίτερα προσεγμένη μουσική επιμέλεια. Άλλωστε μία performance είναι υπέροχη και για αυτόν τον λόγο. Να μπορεί να συνδυάζει και να συνδέει όλες τις τέχνες, άρα ευνοεί και τις συνεργασίες με άλλους καλλιτέχνες, κάτι που εγώ έχω πολύ ανάγκη γιατί η ζωγραφική είναι απίστευτα μοναχική υπόθεση και εγώ, αντίθετα, ένα κοινωνικό ον.

Μέσα από την τελευταία σας performance βιώσαμε την προσωπική σας διαδρομή στη λευκή επιφάνεια, τον εγκλωβισμό αλλά και τη λύτρωση. Θα ήθελα να μας μιλήσετε για την δουλειά που παρακολουθήσαμε.
Η δουλειά που παρακολουθήσατε στην γκαλερί Περί Τεχνών ήταν μία εσωτερικά δομημένη performance, απόλυτα ανοιχτή στη διάδραση με τον μουσικό και το κοινό. Ο τίτλος της: «break in…» (παραβίαση) και ήταν το δικό μου σχόλιο για την προσφυγική τραγωδία, για τον απόλυτο πόνο που συγκλονίζει την ανθρωπότητα.  Ήταν χωρισμένη σε τρία στάδια.
Το πρώτο στάδιο αφορούσε στις αποσκευές μας, σε ό,τι κουβαλάμε μέσα μας ως άνθρωποι, στη ζωή μας, στις αναμνήσεις μας, στη χαρά, στη λύπη, στη δημιουργικότητά μας. Εγώ, σε εγρήγορση, σχεδίαζα κινητικά το κοινό που με περιέβαλλε ενώ παράλληλα το προσκαλούσα να σχεδιάσει και εκείνο, να καταθέσει στον χώρο ένα κομμάτι από τον δικό του εσωτερικό βίο. Ήταν μια πολύ γλυκιά και ανακουφιστική διαδικασία και για τις δύο πλευρές και γι’ αυτό στην εσωτερική δομή το ονόμασα art therapy!
Το δεύτερο στάδιο ήταν μία βίαιη μετάβαση στη σκληρή πραγματικότητα της παραβίασης των ζωών μας. Ήταν η στιγμή που ήθελε να δηλώσει ότι η ζωή όλων μας μπορεί να μεταβληθεί, να ανατραπεί σκληρά και απρόσμενα, να αλλάξει η μοίρα μας από δυνάμεις εξωτερικές αλλά και εσωτερικές. Στο σημείο αυτό, το κόκκινο χρώμα μάτωσε την ζωγραφική επιφάνεια και εγώ ήμουν στη διάθεση του κοινού για να παραβιάσει εμένα και το έργο μου και, συμβολικά, την έως τώρα ζωή μου, δηλαδή τη ζωή μας.
Τέλος, το τρίτο στάδιο ήταν ο επίλογος. Όταν ένιωσα ότι το κοινό-εισβολέας, παραβιαστής, δεν είχε τίποτα άλλο να παραβιάσει και να καταστρέψει, μάζεψα τα συντρίμμια όλων μας, τα αγκάλιασα και, προσπαθώντας να συμφιλιωθώ μαζί τους, συνέχισα δειλά, διστακτικά να επιβιώνω με την ελπίδα να ξαναχτίσω μία νέα ζωή.

Στο μουσικό αυτοσχεδιασμό ήταν ο Θοδωρής Πιστιόλας παίζοντας τσέλο.

Δείτε τη συνέντευξη όπως δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα του Art22.


Αφήστε ένα σχόλιο